Χθες, Δευτέρα 30/11/2020 το πρωί, ξέσπασε φωτιά σε εκκλησάκι στο δρόμο Καρπενησίου - Προυσού και συγκεκριμένα στη θέση ΄΄Πατήματα Της Παναγίας''. 
Αποτέλεσμα αυτής της φωτιάς ήταν να καούν όλες οι εικόνες και τα άπειρα τάματα του κόσμου που χρόνια τώρα επισκέπτεται την τοποθεσία και εναποθέτει τις ελπίδες του στη Παναγία τη Προυσιώτισσα. Διασώθηκε μόνο η κεντρική εικόνα Της Παναγίας μας.
Η αιτία μέχρι στιμής παραμένει άγνωστη αν και πιθανολογείται ότι ξέσπασε από τα αναμμένα κεριά τα οποία όμως τοποθετούνται σε ειδικά μανουάλια με νερό και άμμο.
                 Πριν λίγες ημέρες είχα βρεθεί στο σημείο και το είχα φωτογραφίσει.. Παραθέτω μερικές εικόνες. 
                   (απαγορεύεται η χρήση των εικόνων χωρίς την έγκρισή μου)
     
             ΤΑ ΠΑΤΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΛΙΓΕΣ ΜΕΡΕΣ ΠΡΙΝ ΤΗ ΦΩΤΙΑ














                                  Η ιστορία της θαυματουργής εικόνας


Σύμφωνα με την παράδοση, τη περίοδο της εικονομαχίας, η εικόνα <<φυγαδεύτηκε>> από τη Προύσα της Μικράς Ασίας, στη Στερεά Ελλάδα. Κατά τον 9ο αιώνα ο Αυτοκράτορας του Βυζαντίου, Θεόφιλος, ως εικονομάχος, είχε θέσει υπό διωγμό τα σύμβολα της Ορθοδοξίας. Έτσι, πρόσταξε τους εικονολάτρες να κάψουν τις εικόνες. Ένα αρχοντόπουλο, βλέποντας τα θαύματα που καθημερινά επιτελούσε η Παναγία δια της εικόνας, δεν υπάκουσε στη διαταγή για καταστροφή. Την πήρε λοιπόν μαζί του και κατέφυγε στην Ελλάδα, μόνο έτσι θα μπορούσε να τη σώσει από τους μανιώδεις αιρετικούς. Την ώρα που ο νέος κατέβαινε με την ιερή εικόνα ως τη Καλλίπολη της Θράκης, άγνωστο πώς, η εικόνα χάθηκε. Ο νεαρός λυπήθηκε και πίστεψε ότι η εικόνα χάθηκε λόγω της αμαρτωλότητάς του. Αποφάσισε να μη γυρίσει πίσω γιατί δε μπορούσε να βλέπει τους εικονομάχους να καταστρέφουν τις εικόνες. Με τους λογισμούς αυτούς ήρθε και έμεινε στην Υπάτη, κοντά στη Λαμία. Εκεί έχτισε ένα μικρό εκκλησάκι για παρηγοριά.
Ένα παιδί από τη περιοχή, γιος βοσκού που βοηθούσε τον πατέρα του με τα ζωντανά, ενώ κοιμόταν άκουσε ήχους ύμνων. Ξύπνησε και είδε έναν πύρινο στύλο, μια φωτεινή δέσμη που ξεκινούσε από μια σπηλιά και έφτανε ως τον ουρανό. Τρομαγμένο το παιδί πήγε και διηγήθηκε το παράδοξο γεγονός στον πατέρα του, ο οποίος αρχικά δεν το πίστεψε αλλά εξαιτίας της επιμονής του παιδιού του, πήγε την επόμενη νύχτα μαζί του για να το εξακριβώσει. Οι μελωδίες συνεχίζονταν και το φως ξεκινούσε από το σπήλαιο και έφτανε στον ουρανό. Την άλλη μέρα πατέρας και γιος πήγαν να εξερευνήσουν τη σπηλιά από την οποία έβγαινε φως και βρήκαν την Αγία εικόνα να φεγγοβολά και να αστράφτει. Αφού την προσκύνησαν, άνοιξαν μονοπάτι προς το σπήλαιο για να ανάβουν καθημερινά το καντηλάκι μπροστά στη Χάρη Της.
Λίγες ημέρες αργότερα, το γεγονός αυτό μαθεύτηκε στις γύρω πόλεις και χωριά και έφτασε στα αφτιά του αρχοντόπουλου που είχε μεταφέρει την εικόνα από τη Προύσα. Χωρίς να χάσει καιρό πήρε τους δούλους του μαζί και μετά από δύο αγωνιώδεις ημέρες έφτασαν στο σημείο. Το αρχοντόπουλο την αναγνώρισε και έπεσε κάτω προσκυνώντας την. Τα δάκρυα έπεφταν ποτάμι. Ήταν δάκρυα χαράς για την εύρεση της.
Αφού φιλοδώρησε τους χωρικούς που τη βρήκαν τους είπε ΄΄Αδελφοί μου, μη διαμαρτύρεστε εναντίον μου, διότι αφενός η εικόνα είναι δική μου κι έπειτα ο τόπος αυτός δεν είναι κατάλληλος για χτίσιμο εκκλησίας΄΄. Με αυτά τα λόγια πήρε τη θαυματουργή εικόνα και αναχώρησε για την Υπάτη. Καθώς έφτασαν σε κάποιο ύψωμα του δρόμου κουράστηκαν και  έβαλαν την εικόνα σε ένα ερειπωμένο εκκλησάκι για να ξαποστάσουν. Λίγη ώρα αργότερα αποκοιμήθηκαν κι όταν ξύπνησαν η εικόνα έλειπε από δίπλα τους. Το αρχοντόπουλο σκέφτηκε ότι μάλλον οι βοσκοί τους παρακολούθησαν και ήρθαν κρυφά και έκλεψαν την εικόνα. Έτσι αποφάσισαν να γυρίσουν πίσω. Όμως, μια γυναικεία φωνή άκουσε το αρχοντόπουλο να του λέει << Ω νέε σώσου και πήγαινε στο καλό, διότι εγώ αναπαύομαι καλύτερα σε αυτούς τους άγριους και ορεινούς τόπους με απλοϊκούς βοσκούς, παρά σε μεγαλουπόλεις με πλούσιους άρχοντεςΑν θέλεις να μείνεις μαζί μου έλα και θα ναι για καλό σου>>. Ξαφνικά, πάνω στο βουνό δημιουργήθηκε το τύπωμα της Παναγίας καθώς επίσης και μια τρύπα στη κορυφή του βουνού, ίση με το μέγεθος της εικόνας που μετέφερε, ενώ εμφανίστηκαν αποτυπώματα ανθρώπινου πέλματος κατά ύψος του βουνού. 
Η Παναγία δηλαδή περπάτησε προς τη κορυφή του βουνού διαπερνώντας το, για να φτάσει και πάλι στη θέση όπου διάλεξε για μόνιμη κατοικία. Αυτά τα άκουσε με προσοχή το αρχοντόπουλο και ελευθέρωσε τους δούλους του. Ο ίδιος γύρισε πίσω, στο σημείο εύρεσης της εικόνας, ενώ εγκατέλειψε τα εγκόσμια και αφοσιώθηκε στη Παναγία. Έτσι εγκαταστάθηκαν οι πρώτοι μοναχοί στον ιερό αυτό τόπο, που διάλεξε η Κυρά της Ρούμελης να χτίσει το σπίτι Της. Το αρχοντόπουλο πήρε το μοναχικό όνομα Διονύσιος και ο δούλος του, πήρε το όνομα Τιμόθεος. 
Ένα μικρό εκκλησάκι χτίστηκε κάτω ακριβώς από το βράχο με τα πατήματα της Παναγίας, ενώ ανεβαίνοντας τη σιδερένια σκάλα μπορούμε ολοκάθαρα να δούμε τα αποτυπώματα που άφησε η Παναγία στο διάβα Της, για να φτάσει στο σημερινό σημείο που διάλεξε για σπίτι Της.


                                                Η εικόνα Της Παναγίας, η μόνη που διασώθηκε

Φωτεινή Μπούτα